Ο Γέροντας Πορφύριος για την αγωγή των παιδιών ( Α μέρος )



Λόγοι περί της αγωγής των παιδιών
1. Η αγωγή των παιδιών αρχίζει απ' την ώρα της συλλήψεως τους...

Ή αγωγή των παιδιών αρχίζει άπ' την ώρα της συλλήψεως τους. Το έμβρυο ακούει κι αισθάνεται μέσα στην κοιλιά της μητέρας του. Ναι, ακούει καί βλέπει με τα μάτια της μητέρας. Αντιλαμβάνεται τίς κινήσεις καί τα συναισθήματα της, παρόλο πού ό νους του δεν έχει αναπτυχθεί. Σκοτεινιάζει το πρόσωπο της μάνας; Σκοτεινιάζει κι αυτό. Νευριάζει ή μάνα; Νευριάζει κι αυτό. Ό,τι αισθάνεται ή μητέρα (λύπη, πόνο, φόβο, άγχος κ.λπ.), τα ζει κι αυτό. Αν ή μάνα δεν το θέλει το έμβρυο, αν δεν το αγαπάει, αυτό το αισθάνεται καί δημιουργούνται τραύματα στην ψυχούλα του, πού το συνοδεύουν σ όλη του τη ζωή. Το αντίθετο συμβαίνει με τ' άγια συναισθήματα της μάνας. Όταν έχει χαρά, ειρήνη, αγάπη στο έμβρυο, τα μεταδίδει σ' αυτό μυστικά, όπως συμβαίνει με τα γεννημένα παιδιά.
Πηγή : Τρομακτικό


Γι' αυτό πρέπει ή μητέρα να προσεύχεται πολύ κατά την περίοδο της κυήσεως καί ν αγαπάει το έμβρυο, να χαϊδεύει την κοιλιά της, να διαβάζει Ψαλμούς, να ψάλλει Τροπάρια, να ζει ζωή αγία Αυτό είναι καί δική της ωφέλεια, αλλά κάνει θυσίες καί για χάρη του εμβρύου, για να γίνει καί το παιδί πιο άγιο, ν αποκτήσει άπ' την αρχή άγιες καταβολές. Είδατε πόσο λεπτό πράγμα είναι για τη γυναίκα να κυοφορεί παιδί; Πόση ευθύνη καί πόση τιμή!

Θα σας πω κάτι σχετικό καί γι' άλλα άψυχα καί μη λογικά όντα καί θα το καταλάβετε λίγο. Στην Αμερική εφαρμόζουν πειραματικά το έξης: Σε δύο ίδιες αίθουσες, με ίδιες θερμοκρασίες, ίδιο πότισμα καί ίδιο χώμα, φυτεύουν λουλούδια. Υπάρχει όμως μια διαφορά. Στη μια αίθουσα βάζουν απαλή κι ευχάριστη μουσική. Το αποτέλεσμα; Τι να σας πω! Τα λουλούδια αυτής της αίθουσας παρουσιάζουν τεράστια διαφορά σε σχέση με τ' άλλα Έχουν άλλη ζωηράδα, το χρώμα τους είναι πιο ωραίο κι ή ανάπτυξη τους είναι ασύγκριτα μεγαλύτερη.

2. Εκείνο πού σώζει καί φτιάχνει καλά παιδιά είναι ή ζωή των γονέων μέσα στο σπίτι.

Εκείνο πού σώζει καί φτιάχνει καλά παιδιά είναι ή ζωή των γονέων μέσα στο σπίτι. Οι γονείς πρέπει να δοθούνε στην αγάπη του Θεού. Πρέπει να γίνουνε άγιοι κοντά στα παιδιά με την πραότητα τους, την υπομονή τους, την αγάπη τους. Να βάζουνε κάθε μέρα νέα σειρά, νέα διάθεση, ενθουσιασμό κι αγάπη στα παιδιά. Καί ή χαρά πού θα τους έλθει, αγιοσύνη πού θα τους έχει επισκεφθεί, θα εξακοντίσει στα παιδιά τη Χάρη. Για την κακή συμπεριφορά των παιδιών φταίνε γενικά οι γονείς, δεν τα σώζουν ούτε οι συμβουλές ούτε ή πειθαρχία ούτε ή αυστηρότητα. Αν δεν αγιάζονται οι γονείς, αν δεν αγωνίζονται, κάνουν μεγάλα λάθη καί μεταδίδουν το κακό πού έχουν μέσα τους. Αν οί γονείς δεν ζουν ζωή αγία, αν δεν μιλούν με αγάπη, ό Διάβολος ταλαιπωρεί τους γονείς με τις αντιδράσεις των παιδιών. Ή αγάπη, ή ομοψυχία, ή καλή συνεννόηση των γονέων είναι ό,τι πρέπει για τα παιδιά. Μεγάλη ασφάλεια καί σιγουριά

Τα φερσίματα των παιδιών έχουν άμεση σχέση με την κατάσταση των γονέων. Όταν τα παιδιά πληγώνονται άπ' την κακή μεταξύ των γονέων τους συμπεριφορά, χάνουν δυνάμεις καί διάθεση να προχωρήσουν στην πρόοδο. Κακοχτίζονται καί το οικοδόμημα της ψυχής τους κινδυνεύει από στιγμή σε στιγμή να γκρεμισθεί. Να σας πω καί δυο παραδείγματα.

Είχαν έλθει δυο κοπελίτσες αδελφές σ' μένανε κι ή μια είχε κάτι πολύ άσχημα βιώματα καί με ρωτούσαν που οφείλονται. Καί τους είπα:

Είναι άπ' το σπίτι, άπ' τους γονείς σας.

Κι όπως την «έβλεπα» τη μια, λέω:

'Εσύ άπ' τη μητέρα σου τα έχεις κληρονομήσει αυτά.

Κι όμως, λέει, οί γονείς μας είναι τόσο τέλειοι άνθρωποι. ειναι Χριστιανοί, εξομολογούνται, μεταλαμβάνουν, πού, μπορεί να πει κανείς, ζήσαμε μέσα στη Θρησκεία. Έκτος αν φταίει ή Θρησκεία, απαντάει εκείνη

Τους λέω:

Τίποτε δεν πιστεύω άπ' αυτά πού μου λέτε. Εγώ ένα μόνο «βλέπω».

Οί γονείς σας δεν τη ζουν τη χαρά του Χριστού.

Πάνω σ' αυτό ή άλλη είπε:

Άκουσε, Μαρία. Καλά λέει ό Παππούλης, έχει δίκιο. Οί γονείς μας

πάνε στον Πνευματικό, στην Εξομολόγηση, στη Θεία Μετάληψη, Ναι... Αλλά είχαμε ποτέ ειρήνη στο σπίτι; Ό πατέρας συνεχώς γκρίνιαζε με τη μητέρα μας. Διαρκώς πότε ό ένας δεν έτρωγε, πότε ό άλλος δεν ήθελε νά| πάνε κάπου μαζί. Έχει δίκιο λοιπόν ό Παππούλης.

Πώς τον λένε τον πατέρα σου; την ρωτάω.

Μου είπε.

Πώς την λένε τη μητέρα σου; Μου είπε.

Ε, λέω, με τη μητέρα σου δεν τα έχεις καθόλου καλά μέσα σου.

Ακούατε με τώρα. Τη στιγμή πού μου έλεγαν το όνομα, «έβλεπα» τον πατέρα, «έβλεπα» την ψυχή του. Τη στιγμή πού μου έλεγαν το όνο¬μα της μητέρας, «έβλεπα» τη μητέρα κι «έβλεπα» πώς κοίταζε ή κόρη τη μητέρα της.

«Έβλεπε» προορατικά, αγιοπνευματικά!

Κάποια άλλη μέρα ήλθε μια μητέρα με τη μια της κόρη καί μ' επισκέφθηκαν. Ήταν στενοχωρημένη. Έκλαιγε με λυγμούς. Ένοιωθε πολύ δυστυχισμένη.

Τι έχεις; τη ρωτάω. Είμαι απελπισμένη με τη μεγάλη μου κόρη, ή οποία έδιωξε , τον άνδρα της άπ' το σπίτι καί μας παραπλανούσε λέγοντας πολλά ψέματα. Τι ψέματα; της λέω

Έδιωξε προ πολλού τον άνδρα της άπ' το σπίτι καί δεν μας είπε τί¬ποτα. Τη ρωτούσαμε από τηλεφώνου: «Τι κάνει ό Στέλιος;». «Καλά, μας απαντούσε. Αυτή τη στιγμή πήγε να πάρει εφημερίδα». Κάθε φορά εύρι¬σκε κάποια πρόφαση, ώστε να μην υποψιαστούμε τίποτε. Αυτό κράτησε δυο χρόνια. Μας το έκρυβε, πού τον είχε διώξει. Προ ήμερων το μάθα¬με άπ' τον ίδιο, πού τυχαία τον συναντήσαμε.

Της λέω λοιπόν:

Εσύ φταίεις. Εσύ κι ό άνδρας σου. Καί πιο πολύ εσύ.

Εγώ! πού αγαπούσα τόσο τα παιδιά μου, πού δεν έβγαινα άπ' την

κουζίνα, πού δεν είχα προσωπική ζωή, πού τα οδηγούσα στο Θεό καί στην

Εκκλησία, πού τα συμβούλευα στο καλό. Πώς φταίω εγώ;

Απευθύνθηκα στην άλλη κόρη, πού ήταν παρούσα:

Εσύ Τι λες;

Ναι, μαμά. Έχει δίκιο ό Παππούλης. Ποτέ, μα ποτέ δεν φάγαμε γλυκό ψωμί άπ' τα μαλώματα, πού κάνατε μια ζωή με τον μπαμπά.

Βλέπεις, πού έχω δίκιο; Εσείς φταίτε, εσείς τα τραυματίζετε τα παιδιά. Δεν φταίνε εκείνα, υφίστανται όμως τίς συνέπειες.

Δημιουργείται μια κατάσταση στην ψυχή των παιδιών εξαιτίας των γονέων τους, πού αφήνει ίχνη μέσα τους για όλη τους τη ζωή. Ή συ¬μπεριφορά τους στη συνέχεια της ζωής τους, ή σχέση με τους άλλους έχουν άμεση εξάρτηση άπ' τα βιώματα πού φέρουν άπ' τα παιδικά τους χρόνια. Μεγαλώνουν, μορφώνονται, αλλά κατά βάθος δεν αλλάζουν. Αυτό φαίνεται καί στις πιο μικρές εκδηλώσεις της ζωής. Επί παραδείγματι, σου συμβαίνει μια λαιμαργία, να θέλεις να τρώγεις. Πήρες, έφαγες, βλέπεις κάτι άλλο, το θέλεις κι εκείνο, το θέλεις καί τ' άλλο. Αισθάνεσαι ότι πεινάς, ότι άμα δεν φας, σε πιάνει μια λιγούρα, μια τρεμούλα. Φοβάσαι ότι θ' αδυνατίσεις. Είναι κάτι ψυχολογικό, πού έχει εξήγηση. Μπορεί, ας πούμε, να μη γνώριζες πατέρα, να μη γνώρισες μητέρα, να είσαι στε¬ρημένος καί πεινασμένος, φτωχός κι αδύνατος. Κι αυτό από πνευματικό γεγονός εκδηλώνεται αντανακλαστικούς ως αδυναμία του σώματος.

Στην οικογένεια βρίσκεται μεγάλο μέρος άπ' την ευθύνη για την πνευ¬ματική κατάσταση του ανθρώπου. Για ν' απαλλαγούν τα παιδιά από διάφορα εσωτερικά προβλήματα, δεν είναι αρκετές οι συμβουλές, οι εξαναγκασμοί, ή λογική κι οι απειλές. Μάλλον γίνονται χειρότερα. Ή διόρθωση γίνεται με τον εξαγιασμό των γονέων. Γίνετε άγιοι καί δεν θα έχετε κανένα πρόβλημα με τα παιδιά σας. Ή αγιότητα των γονέων απαλλάσσει τα παιδιά άπ' τα προ¬βλήματα. Τα παιδιά θέλουν κοντά τους ανθρώπους αγίους, με πολλή αγά¬πη, πού δεν θα τα φοβερίζουν ούτε θα περιορίζονται στη διδασκαλία, αλλά θα δίνουν άγιο παράδειγμα καί προσευχή. Να προσεύχεσθε οι γονείς σιωπηλά καί με τα χέρια ψηλά προς το Χριστό καί ν' αγκαλιάζετε τα παιδιά σας μυστικά. Κι όταν κάνουν αταξίες, να παίρνετε κάποια παιδαγωγικά μέτρα, αλλά να μην τα πιέζετε. Κυρίως να προσεύχεσθε.

Πολλές φορές οι γονείς, καί κυρίως ή μητέρα, πληγώνουν το παιδί για αταξία πού έκανε καί το μαλώνουν άδικα. Τότε αυτό πληγώνεται. Ακόμη κι αν δεν το μαλώσεις εξωτερικά καί μέσα σου το μαλώσεις κι αγανακτείς ή το κοιτάξεις άγρια, το παιδί το καταλαβαίνει. Νομίζει ότι ή μητέρα δεν το αγαπάει. Ρωτάει τη μάνα:

Μ' αγαπάεις, μαμά; Ναι, παιδί μου.

Αλλ' αυτό δεν πείθεται. Έχει πληγωθεί. Ή μητέρα το αγαπάει, θα το χαϊδέψει μετά, άλλ' αυτό θα κάνει το κεφάλι πίσω. Δεν δέχεται το χάδι, το νομίζει υποκρισία, γιατί έχει πληγωθεί.

3. Η υπερπροστασία αφήνει ανώριμα τα παιδιά.

Ένα άλλο πάλι, πού βλάπτει τα παιδιά, είναι ή υπερπροστασία, δηλαδή ή υπερβολική φροντίδα, ή υπερβολική αγωνία καί το άγχος των γονέων. Ακουστέ ένα περιστατικό.

Μια μητέρα μου παραπονιόταν ότι το παιδάκι της, πέντε χρονών, δεν υπάκουε. Της έλεγα, «εσύ φταίεις», αλλά δεν το καταλάβαινε. Κάποια φορά πήγαμε με τη μητέρα αυτή έναν περίπατο στη θάλασσα με τ' αυτο¬κίνητο της. Είχε μαζί της καί το παιδί. Σε λίγο ό μικρός ξέφυγε άπ' το χέρι της κι έτρεξε προς τη θάλασσα. Υπήρχε μάλιστα ένας σωρός από άμμο κι άπ' την πίσω πλευρά του απότομα απλωνόταν ή θάλασσα. Ή μητέρα αγχώθηκε, ήταν έτοιμη να φωνάξει, να τρέξει, διότι είδε τον μικρό στην κορυφή του σωρού μ' απλωμένα τα χέρια να κάνει ισορροπία. Εγώ την καθησύχασα, της είπα καί γύρισε την πλάτη προς το παιδί καί λίγο λο¬ξά παρακολουθούσα. Όταν ό μικρός απελπίστηκε να προκαλεί τη μητέ¬ρα του, για να την τρομάξει καί να φωνάξει, όπως συνήθως, σιγά-σιγά κα¬τέβηκε ήσυχος καί μας πλησίασε. Αυτό ήταν! Τότε πήρε ή μητέρα το μάθημα της σωστής αγωγής. Μια άλλη μητέρα παραπονιόταν για το μοναχογιό της ότι δεν έτρω¬γε όλα τα φαγητά καί κυρίως το γιαούρτι. Ό μικρός θα ήταν περίπου τριών χρονών καί την παίδευε τη μάνα καθημερινά. Της λέω:

«Θα κάνεις το έξης. Θ' αδειάσεις το ψυγείο άπ' όλα τα τρόφιμα. Θα το γεμίσεις με ορισμένη ποσότητα γιαούρτι. Θα ταλαιπωρηθείτε καί οι γονείς για μερικές ημέρες. Ήλθε ή ώρα του φαγητού; Θα δώσεις στον Πέτρο γιαούρτι. Δεν θα το φάει. Το βράδυ το ίδιο, την άλλη μέρα το ίδιο. Ε, μετά θα πεινάσει, κάτι θα δοκιμάσει. Θα κλάψει, θα φωνάξει. Θα τα υποστείτε. Μετά θα το φάει ευχαρίστως».

Έτσι συνέβηκε κι έγινε το γιαούρτι το καλύτερο φαγητό για τον Πέτρο.

Δεν είναι δύσκολα αυτά. Κι όμως πολλές μητέρες δεν τα καταφέρνουν καί δίνουν πολύ αρνητική αγωγή στα παιδιά τους. Μητέρες πού κάθονται πάνω άπ' τα παιδιά τους συνεχώς καί τα καταπιέζουν, δηλαδή τα υπερπροστατεύουν, απέτυχαν στο έργο τους. Ενώ πρέπει ν' αφήνεις το παιδί μόνο του να ενδιαφερθεί για την πρόοδο του. Τότε θα πετύχεις. Όταν κά¬θεσαι συνεχώς από πάνω τους, τα παιδιά αντιδρούν. Αποκτούν νωθρότητα, μαλθακότητα καί συνήθως αποτυγχάνουν στη ζωή. Είναι ένα είδος υπερ¬προστασίας, πού αφήνει ανώριμα τα παιδιά.

Πριν από λίγες ήμερες ήλθε απελπισμένη μια μητέρα για τίς συνεχείς αποτυχίες του γιου της στις εισιτήριες εξετάσεις για το Πανεπιστήμιο. Άριστος μαθητής στο Δημοτικό, άριστος στο Γυμνάσιο, άριστος στο Λύκειο. Στη συνέχεια αποτυχίες, αδιαφορία του παιδιού, αντιδράσεις περίεργες.

«Εσύ φταίεις, της λέω της μάνας, κι είσαι καί μορφωμένη. Τι θα έκανε το παιδί; Πίεση, πίεση, πίεση όλα τα χρόνια, "να είσαι πρώτος, να μην μας ντροπιάσεις, να γίνεις μεγάλος στην κοινωνία...". Τώρα κλώτσησε, δεν θέλει τίποτε. Να σταματήσεις αυτή την καταπίεση καί την υπερ¬προστασία καί θα δεις πού το παιδί τότε θα ισορροπήσει. Τότε θα προ¬χωρήσει, όταν τ' αφήσεις ελεύθερο».

4. Το παιδί θέλει κοντά του ανθρώπους θερμής προσευχής.

Το παιδί θέλει κοντά του ανθρώπους θερμής προσευχής. Όχι ν' αρκείται ή μητέρα στο αισθητό χάδι για το παιδί της, αλλά να προσφέρει συγχρόνως καί το χάδι της προσευχής. Το παιδί αισθάνεται στο βάθος της ψυχής του το πνευματικό χάδι, πού μυστικά στέλνει ή μητέρα του, καί έλκεται προς αυτήν. Νοιώθει ασφάλεια, σιγουριά, όταν ή μητέρα με τη συνεχή, την επίμονη καί θερμή προσευχή της αγκαλιάζει το παιδί της μυστικά καί το ελευθερώνει άπ' ότι το σφίγγει.

Οι μητέρες ξέρουν να αγχώνονται, να συμβουλεύουν, να λένε πολλά, αλλά δεν έμαθαν να προσεύχονται. Οι πολλές συμβουλές καί υποδείξεις κάνουν πολύ κακό. Όχι πολλά λόγια στα παιδιά. Τα λόγια χτυπάνε στ αυτιά, ενώ ή προσευχή πηγαίνει στην καρδιά. Προσευχή χρειάζεται, με πίστη, δίχως άγχος, αλλά καί καλό παράδειγμα.

Κάποια μέρα ήλθε εδώ στο Μοναστήρι μια μητέρα απελπισμένη για το γιο της, το Γιώργο. Ήταν πολύ «μπερδεμένος». Γύριζε αργά τη νύχτα με παρέες όχι καλές. Ή κατάσταση του κάθε μέρα χειροτέρευε. Αγωνία, κλάματα ή μητέρα.

Της λέω: Τίποτε, μιλιά εσύ, μόνο προσευχή.

Βάλαμε στις δέκα με δέκα καί τέταρτο το βράδυ κοινή ώρα προσ¬ευχής. Της είπα να μη μιλάει καί ν' αφήσει το γιο της να βγαίνει ό,τι άρα θέλει, να μη ρωτάει «Τι ώρα ήταν πού ήλθες» κλπ., αλλά να του λέει έτσι, με πολλή αγάπη: «Φάε, Γιώργο μου, στο ψυγείο σου έχουμε αφήσει φα¬γητό». Καί να μην του λέει τίποτε άλλο. Γενικώς να του φέρεται με αγάπη καί να μην αφήνει την προσευχή.

Ή μητέρα άρχισε να τα εφαρμόζει, οπότε περάσανε καμιά εικοσαριά ήμερες καί της λέει:

Μάνα, γιατί δεν μου μιλάς; Γιώργο μου, εγώ δεν σου μιλάω;

Μάνα, κάτι έχεις μαζί μου. Δεν μου μιλάς.

Περίεργο πράγμα είναι αυτό πού μου λες, Γιώργο μου. Πώς δεν σου μιλάω; Να, τώρα δεν σου μιλάω; Τι θέλεις να σου πω;

Κι ό Γιώργος δεν της απάντησε. Μετά ήλθε στο Μοναστήρι ή μητέρα καί μου λέει:

Γέροντα, Τι ήταν αυτό πού μου είπε το παιδί;

Επέτυχε ή μέθοδος μας! Ποια μέθοδος;

Πού σας είπα να μην του μιλάτε, να κάνετε μόνο προσευχή μυ¬στικά καί το παιδί θα συνέλθει.

Λέτε να είναι αυτό;

Αυτό είναι, της λέω. Θέλει να του κάνεις την παρατήρηση: «Που ήσουνα, Τι έκανες;». Καί αυτός να φωνάζει, ν' αντιδράει καί να έρχεται ακό¬μη πιο αργά.

Πω, πω! λέει. Τι μυστήρια κρύβονται!

Το κατάλαβες; Εφόσον σου μιλάει ή κατάσταση. Αυτός σε βασάνιζε, γιατί ήθελε να τον μαλώνεις, για να κάνει τα σκέρτσα του. Δεν τον μαλώνεις, στενοχωρείται. Αντί να στενοχωρείσαι εσύ, όταν κάνει αυτός τα δι¬κά του, τώρα, πού δεν στενοχωρείσαι εσύ καί δείχνεις απάθεια, στενοχωρείται αυτός.

Μια μέρα ό Γιώργος τους ανακοίνωσε στο σπίτι ότι φεύγει, αφήνει τη δουλειά του καί πάει για τον Καναδά. Είχε πει καί στ' αφεντικό του: «Φεύγω, βρες άλλον να μ' αντικαταστήσει ατή δουλειά». Εγώ εν τω μεταξύ είπα στους γονείς:

Εμείς θα κάνουμε προσευχή.

Μα είναι έτοιμος... Θα τον βουτήξω! λέει ό πατέρας του Όχι, μην τον πειράξεις, του λέω. Μα φεύγει το παιδί, Γέροντα! Λέω: Ας φεύγει. Εσείς να επιδοθείτε στην προσευχή κι εγώ μαζί σας.

Μετά δύο-τρεις μέρες, ήταν Κυριακή, πρωί-πρωί ό Γιώργος τους λέει:

Εγώ φεύγω, θα πάω με τους φίλους μου.

Καλά, όπως θέλεις, του λένε.

Έφυγε. Πήρε τους φίλους του, δυο κοπέλες καί δυο αγόρια, νοικιάσανε ένα αυτοκίνητο καί ξεκινήσανε για τη Χαλκίδα. Πήγανε από δω, από κει... Μετά πήγανε στον Άγιο Ιωάννη το Ρώσο κι από κει τραβήξανε Μαντούδι, Αγία Άννα, πέρα στα Βασιλικά. Πήγανε καί κάνανε μπάνιο στο Αιγαίο Πέλαγος, φάγανε, ήπιανε, γλεντήσανε. Μετά πήρανε το δρόμο της επιστροφής. Είχε σουρουπώσει. Ό Γιώργος οδηγούσε. Εκεί, στην Αγία Άννα, χτυπάει τ' αυτοκίνητο στο αγκωνάρι ενός σπιτιού. Το στραπατσάρισαν. Τι να κάνουνε τώρα; Το πήρανε σιγά-σιγά καί το φέρανε στην Αθήνα.

Έφτασε πρωί-πρωί, νύχτα, στο σπίτι. Δεν του είπαν τίποτα οι γο¬νείς. Αυτός έπεσε καί κοιμήθηκε. Μετά τον ύπνο σηκώθηκε καί λέει:

Πατέρα, αυτό κι αυτό... Τώρα πρέπει να φτιάξουμε τ' αυτοκίνητο κι έχει πολλά λεφτά.

Του λέει:

Παιδί μου, εσύ ξέρεις. Εγώ έχω χρέη, έχω τίς αδελφές σου... Τι θα γίνουμε;

Τι να κάνω, πατέρα;

Ο,τι θέλεις κάνε. Μεγάλος είσαι, μυαλό έχεις. Σύρε στον Καναδά να κάνεις λεφτά, να...

Δεν μπορώ, του λέει. Πρέπει να το φτιάξουμε τώρα.

Δεν ξέρω, του λέει. Κανόνισε.

Λοιπόν, βλέποντας έτσι τον πατέρα, έφυγε. Πάει, βρίσκει τ' αφεντικό του. Λέει:

Αφεντικό, αυτό κι αυτό έπαθα. Δεν θα φύγω. Μην παίρνεις άλωνε.

Του λέει εκείνος: Καλά, καλά, παιδί μου.

Ναι, αλλά θέλω λεφτά.

Ναι, αλλά εσύ θέλεις να φύγεις. Πρέπει να μου υπογράψει ό πατέ¬ρας σου.

Εγώ θα σου υπογράψω. Ό πατέρας μου δεν ανακατεύεται. Μου το

είπε. Εγώ θα δουλέψω καί θα σ' τα δώσω.

Δεν είναι θαύμα του Θεού αυτό; Όταν ξαναήλθε , ή μητέρα, της είπα:

Επέτυχε ό τρόπος πού μεταχειριστήκαμε καί ή προσευχή μας εισα¬κούστηκε στο Θεό. Καί το δυστύχημα ήταν άπ' το Θεό καί τώρα το παιδί θα μείνει στο σπίτι καί θα σωφρονιστή.

Έτσι έγινε με την προσευχή μας. Έγινε θαύμα. Κάνανε νηστεία καί προσ¬ευχή καί σιωπή οι γονείς καί πέτυχαν. Έπειτα από καιρό ήλθε το παιδί καί με ηύρε, χωρίς να του πει για μένα κανείς άπ' τους δικούς του. Ό Γιώργος έγινε πολύ καλός καί είναι τώρα στην Αεροπορία. Καί έκανε καί ωραία οικογένεια.

Σχόλια